Ένα γράμμα στον Άϊ-Βασίλη

  Οι ιδέες είναι παράξενο πράγμα. Έχω άφθονες από αυτές. Φτάνει να κάνω μία βόλτα ή να κοιτάξω για λίγο έξω από το παράθυρο και μυριάδες ιδέες κρέμονται πάνω από το κεφάλι μου, σαν λαμπερά αστέρια, έτοιμες να τις μαζέψω για να τις βάλω στα συρτάρια του μυαλού μου. Το παράξενο όμως είναι ότι αν και τα συρτάρια ξεχυλίζουν δεν μπορώ να χρησιμοποιήσω όλες τις ιδέες που υπάρχουν σε αυτά. Πρέπει να περιμένω η ιδέα να ανθίσει. Τότε και μόνο τότε μπορώ να την χρησιμοποιήσω. Και δεν ξέρω γιατί αλλά η ιδέα που άνθισε ήταν αυτή. Ελπίζω λοιπόν να σας αρέσει και να σας αγγίξει. Καλά Χριστούγεννα και να θυμάστε πως πάντα κάτι κακό κρύβει μέσα του και κάτι καλό...

    Σε ένα χωριό, μιας χώρας ζούσε ένα μικρό αγόρι. Αλέξανδρο το λέγαν το αγόρι και ήταν δυστυχισμένο. Ήταν δυστυχισμένο γιατί στην χώρα που ζούσε γινόταν πόλεμος. Οι γονείς του είχαν πεθάνει και το σπίτι τους είχε καταστραφεί από βομβαρδισμό. Εκείνη την μέρα το χιόνι έπεφτε λευκό πάνω στα σπίτια και στους δρόμους του μικρού χωριού του. Ήταν Χριστούγεννα και αυτό μεγάλωνε ακόμα περισσότερο την δυστυχία του.  

    Ελάχιστοι που ήξερε γιόρταζαν τα Χριστούγεννα σαν και αυτόν… Και σήμερα 25 Δεκεμβρίου το δάκρυ έτρεχε κορόμηλο από τα γαλανά του μάτια. Έτρεχε κορόμηλο γιατί δεν είχε τους γονείς του να στολίζουν τραγουδώντας τα κάλαντα το χριστουγεννιάτικο δέντρο και να γράψουν μαζί το γράμμα για τον Άι-Βασίλη. Εκείνος ο στρατηγός, εκείνος που έφερε τον πόλεμο έφταιγε για όλα. Τα πάντα ήταν τέλεια προτού έρθει εκείνος. Προτού έρθουν οι βόμβες και τα τανκ. Μακάρι να μπορούσε να σβήσει την λέξη πόλεμος από το λεξικό… 

Τότε το αγόρι έβγαλε ένα χαρτί από την τσέπη του και άρχισε να γράφει το γράμμα για τον Ά-Βασίλη. Είχε καθυστερήσει λίγο αλλά κάλιο αργά παρά ποτέ όπως έλεγε κι μάνα του. 


«Αγαπημένε μου Άι- Βασίλη,

Για φέτος τα Χριστούγεννα θα σου ζητήσω το μεγαλύτερο δώρο που υπάρχει: ειρήνη. Γνωρίζω ότι είναι δύσκολο μα ειλικρινά είναι το μόνο που λαχταράει η πληγωμένη μου καρδιά. Αν δεν προλάβεις να μου το φέρεις φέτος δεν με πειράζει. Μου το φέρνεις τα επόμενο Χριστούγεννα.

Με αγάπη,

Ο Αλέξανδρος.

Υ.Γ. Αν δεν θυμάσαι που μένω, ζω σε έναν χωματόδρομο ενός μικρού χωριού μιας χώρας που έχει πόλεμο.»

Το αγόρι ξαναδιάβασε το γράμμα του και μετά άφησε ένα απαλό αεράκι να το πάρει ελπίζοντας να το πάει στον Βόρειο Πόλο.

 

    Όμως αντί για αυτό το γράμμα πήγε κατευθείαν στο γραφείο του αρχιστράτηγου. «Ώστε ένα παιδί ζητάει ειρήνη! Ντροπή! Αίσχος!» Φώναξε εξοργισμένος αυτός και αμέσως διέταξε τους αεροπόρους του να βομβαρδίσουν εκείνο τα χωριό. 


    Το επόμενο πρωί λοιπόν, μεγάλα αεροπλάνα έριξαν τις βόμβες τους σε εκείνο το χωριό. Το παιδί πέθανε όπως ήθελε ο στρατηγός, όμως καθώς το αγόρι κείτονταν νεκρό στον χωματόδρομο που ζούσε, το αίμα του που έτρεχε από το άψυχο κορμί του σχημάτισε ποτάμια. Μεγάλα και βαθιά ποτάμια που κατάπιαν τους στρατηγούς και γιάτρεψαν τις πληγές που είχε δημιουργήσει ο πόλεμος. Μέχρι τα επόμενα Χριστούγεννα η χώρα ήταν όπως πρώτα και ο μικρός Αλέξανδρος την έβλεπε από τον ουρανό και χαιρόταν. Τελικά ο Άι-Βασίλης του είχε φέρει το δώρο του! Την ειρήνη!!!


e-fivi


Αν σας άρεσε αυτό το post μπορείτε να διαβάσετε επίσης:

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ιστορία των εξηγήσεων...

Η τέχνη των ονείρων

Όταν έφυγαν τα αγάλματα