Στα χέρια του θεού

Γεια σε όλους  και σε όλες. Τι κάνετε; Ελπίζω να είστε όλοι καλά, να ονειρεύεστε και να χαμογελάτε. Σήμερα σας έχω ένα παραμύθι μου γιατί: όταν σου έρχεται μια ιδέα δεν μπορείς παρά να την γράφεις και όταν την γράφεις δεν μπορείς παρά να την δείχνεις· είναι κάτι τελείως φυσικό. Και για να είμαι πιο σωστή και να πιάνω όλους τους καλλιτεχνικούς κλάδους θα έπρεπε να πω: όταν σου έρχεται μια ιδέα δεν μπορείς παρά να την υλοποιείς και όταν την υλοποιείς δεν μπορείς παρά να την δείχνεις. Τέλος πάντων ας μην γίνομαι κουραστική με λεπτομέρειες, απλά θα σας πω ότι μου ήρθε μια ιδέα, την έγραψα και τώρα θέλω να σας την δείξω. Καλή ανάγνωση!

 

       

Κάπου στο σύμπαν υπάρχει ένας πλανήτης του οποίου το έδαφος είναι τελείως επίπεδο και έχει χρώμα μαύρο. Αν όμως τον κοιτάξεις από μακριά θα νομίσεις πως είναι άσπρος και αυτό γιατί ο ουρανός του είναι διαρκώς σκεπασμένος από κατάλευκα πυκνά σύννεφα σαν μπαμπάκι. Και πάλι όμως αν κοιτάξεις κάτω από τα σύννεφα δεν θα δεις έναν μαύρο πλανήτη αλλά μία χρωματιστή πανδαισία, γιατί οι κάτοικοι του είναι άνθρωποι φτιαγμένοι από χαρτί και κάθε χαρτί είναι διαφορετικό. Άλλο χαρτί είναι μονόχρωμο και σκληρό και άλλο πολύχρωμο και μαλακό. Άλλο πιο σκούρο και πιο βαρύ και άλλο πιο ανοιχτό και πιο ελαφρύ. Άλλο χαρτί είναι πουά και λείο και άλλο ριγέ και τραχύ. Πάντως από ό,τι χαρτί και αν είναι κάνουν όλοι τα ίδια πράγματα. Όλοι περνάνε την ώρα τους μέσα στα γυάλινα σπίτια τους προσέχοντας μην τσαλακωθούν. Βγαίνουνε έξω μόνο μια φορά τον μήνα με σκοπό να πλησιάσουν τον θεό τους· και τα καταφέρνουν…

        Την τελευταία μέρα του μήνα περπατάνε όλοι σε ένα μονοπάτι από υγρή άμμο μέχρι να τους παρασύρει το ‘’θεόσταλτο’’ αεράκι. Τότε ταξιδεύουνε πάνω από τα σύννεφα όπου όλα είναι άυλα και κατοικεί ο θεός τους. Ο θεός τους δεν είναι από χαρτί όπως αυτοί, είναι τεράστιος, έχει μαλακά χέρια και λεπτεπίλεπτα δάχτυλα, τουλάχιστον έτσι πιστεύουν γιατί δεν τον βλέπουν ποτέ μόνο τον νιώθουν αφού όταν περνάνε τα σύννεφα κλείνουν τα μάτια  τους (δεν είναι άξιοι να τον αντικρύσουν). Τους πιάνει λοιπόν ο θεός τους με τα λεπτεπίλεπτα του δάχτυλα και τους  βάζει στην χούφτα του να καθίσουν. Έπειτα τους ξεδιπλώνει και τους ξανά διπλώνει, δίνοντας τους άλλο σχήμα και άλλη μορφή. Τέλος τους αφήνει να επιστρέψουν σπίτι. Κάποιες φορές, βαθιά μέσα τους δεν είναι ικανοποιημένοι με την αλλαγή τους όμως δεν το λένε, σκέφτονται μόνο: «Προφανώς, δεν είμαι αρκετά σοφός για να καταλάβω την σπουδαιότητα της νέας μου μορφής» και χαμογελάνε…

        Σε αυτόν τον πλανήτη ζει και ένας χάρτινος άνθρωπος από μαύρο γυαλιστερό χαρτί που έχει πάνω του τρεις πιτσιλιές: μία μικρή κόκκινη, μία μεσαία μοβ και μία μεγάλη πράσινη. Πίστευε με όλη την δύναμη της ψυχής του στη σοφία του θεού του και ποτέ δεν του είχε περάσει από το μυαλό να αμφισβητήσει την νέα του μορφή. Μια μέρα όμως, από αυτές που περπατούσαν στο μονοπάτι ένα σκουπιδάκι μπήκε στο χάρτινο μάτι του και προσπαθώντας να το βγάλει δεν κατάλαβε πότε πέρασε πάνω από τα σύννεφα. Όταν αντίκρισε τον θεό του έκλεισε αμέσως τα μάτια του μα ήταν πλέον αργά, τον είχε δει…

Δεν τον περίμενε έτσι… Τον περίμενε φτιαγμένο από σύννεφα, γιγάντιο, με σοφά μάτια και ένα τεράστιο, καλοσυνάτο χαμόγελο. Ο θεός του όμως φορούσε μια άσπρη στολή που έγραφε πάνω: NASA και στο κεφάλι φορούσε μια κάσκα, κάτω από την οποία διέκρινε δύο πανικόβλητα μάτια και ανέκφραστα χείλη. Το πιο παράξενο όμως ήταν ότι το μέγεθός του ήταν ίδιο με το δικό του μόνο που είχε δύο τεράστια χέρια. Τότε ο θεός του τον άρπαξε και τον οδήγησε λίγο πιο μακριά μέσα σε ένα σιδερένιο πράγμα που έγραφε από έξω και αυτό «NASA».

Εκεί μέσα ο θεός του έβγαλε τα γάντια του, αποκαλύπτοντας δύο κανονικά χέρια και την κάσκα του, αποκαλύπτοντας ένα πρόσωπο παρόμοιο με το δικό του, μόνο που δεν ήταν από χαρτί… Ο χάρτινος άνθρωπος δεν μπορούσε να καταλάβει τι συνέβαινε. Είχε μπερδευτεί. Μήπως ο θεός του τον έφερε εδώ για να τον τιμωρήσει που τόλμησε να τον κοιτάξει; Μήπως τον έφερε εδώ με σκοπό να τον επιβραβεύσει για την ευσέβεια του; Καταλαβαίνετε πόσο ξαφνιάστηκε λοιπόν ο χάρτινος άνθρωπος όταν άκουσε από το στόμα του θεού να βγαίνει μια συγγνώμη· μια μεγάλη και ειλικρινή συγγνώμη. Έπειτα ο θεός άρχισε να μιλάει, να μιλάει γρήγορα και μπερδεμένα έχοντας διαρκώς σκυμμένο το κεφάλι. Εντέλει ο χάρτινος άνθρωπος κατάλαβε: είχαν κάνει λάθος, δεν είναι αυτός ο θεός. Αυτός είναι ένας αστροναύτης που ήρθε πριν χρόνια από τον πλανήτη γη, αλλά το σκάφος του έπαθε μία βλάβη και ξέμεινε σε αυτόν τον πλανήτη… Όταν κατάλαβε ότι οι κάτοικοι του τον είχαν περάσει για θεό χάρηκε τόσο πολύ που αποφάσισε να μείνει και να παίξει αυτόν τον ‘’ρόλο’’, χωρίς να σκεφτεί αν ήταν σωστό ή λάθος. «Και τώρα τι θα κάνεις;» τον ρώτησε ο χάρτινος άνθρωπος που τον κοιτούσε έκπληκτος με ορθάνοιχτο το στόμα.

Ο αστροναύτης σκέφτηκε για λίγο. Η πρώτη του παρόρμηση ήταν να επισκευάσει το διαστημόπλοιο όσο πιο γρήγορα μπορούσε και να φύγει για την γη. Αμέσως όμως ντράπηκε για αυτή του την ιδέα. Ούτως ή άλλος ήξερε τι έπρεπε να κάνει: έπρεπε να μαζέψει όση περηφάνια και όσο θάρρος του είχε απομείνει και να πάει κάτω από τα σύννεφα να συναντήσει τους χάρτινους ανθρώπους, να τους πει την αλήθεια… Μόνο αυτό ήταν το σωστό… Το είπε λοιπόν στον χάρτινο άνθρωπο και αυτός χαμογέλασε αμυδρά.

Έτσι κατέβηκαν μαζί στον μαύρο πλανήτη όπου ο αστροναύτης είπε την αλήθεια. Στην αρχή οι χάρτινοι άνθρωποι θύμωσαν. Έπειτα στεναχωρήθηκαν. Τέλος όλοι μαζί έκαναν έναν τεράστιο κύκλο για να αποφασίσουν ποια θα ήταν η στάση τους απέναντι στον αστροναύτη που όλη αυτή την ώρα τους παρακολουθούσε αγχωμένος. Εντέλει ο χάρτινος άνθρωπος με το μαύρο χαρτί και τις τρεις πιτσιλιές βγήκε μπροστά και είπε: «Σε συγχωρούμε, αν θέλεις μπορούμε να σου παραχωρήσουμε ένα σπίτι και να ζήσεις εδώ μαζί μας». Τότε ο αστροναύτης χαμογέλασε και κούνησε καταφατικά το κεφάλι του. Από εκείνη την μέρα μέχρι σήμερα ζει σε αυτόν τον πλανήτη στου οποίου οι δρόμοι έχουν πάντα κόσμο!!!

ΤΕΛΟΣ!!!

Αν σας άρεσε αυτό το παραμύθι διαβάστε επίσης: 


Ψίθυροι


Ξέφυγε λίγη μαγεία


 

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ιστορία των εξηγήσεων...

Η τέχνη των ονείρων

Όταν έφυγαν τα αγάλματα